- Ἀμφικτύονα
- Ἀμφικτύωνmasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἀμφικτύον' — Ἀμφικτύονα , Ἀμφικτύων masc acc sg Ἀμφικτύονι , Ἀμφικτύων masc dat sg Ἀμφικτύονε , Ἀμφικτύων masc nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μαλιείς — Αρχαίος λαός ο οποίος κατοικούσε στην περιοχή που εκτείνεται από την Οίτη έως τον Μαλιακό κόλπο, την ονομαζόμενη Μαλίδα. Η μυθολογία τούς συνδέει είτε με τον Ηρακλή (όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος) είτε με τον Μάλο, γιο του Αμφικτύονα. Από τον 8ο αι.… … Dictionary of Greek
αμφικτιονία ή αμφικτυονία — Ένωση ανεξάρτητων γειτονικών πόλεων (περιοίκων) στην πρώιμη αρχαιότητα, η κυριότερη μορφή ένωσης στην οποία είχαν φτάσει οι αρχαίοι πρόγονοί μας. Αρχικά, στην α. ανήκαν συγγενικές φυλές (έθνη τα ονόμαζαν οι αρχαίοι). Για να είναι σεβαστές αυτές… … Dictionary of Greek
Βοιωτία — Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Στερεάς Ελλάδας, που τα όριά της συμπίπτουν σχεδόν με τον σημερινό νομό Β. (βλ. λ.), ενώ ένα μικρό τμήμα της στα ανατολικά περιλαμβάνεται στον νομό Ευβοίας (βλ. λ.). Γεωλογική ιστορία. Η Β. βρίσκεται σε μια… … Dictionary of Greek
Εριχθόνιος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Ηφαίστου και της Γης. Κατά τη μυθολογία, η Αθηνά πήγε κάποτε στο εργαστήρι του Ηφαίστου για να της φτιάξει όπλα, αλλά εκείνος της επιτέθηκε με ερωτικές διαθέσεις. Η θεά αντιστάθηκε και το σπέρμα του… … Dictionary of Greek